Όσα θέλετε να γνωρίζετε για τα αμορτισέρ
αμορτισέρ

Όσα θέλετε να γνωρίζετε για τα αμορτισέρ

Το αµορτισέρ είναι ένα εξάρτηµα που ελέγχει την ανεπιθύµητη κίνηση του ελατηρίου µέσω µίας διαδικασίας γνωστής ως απόσβεσης. Επιβραδύνει και µειώνει το µέγεθος της διαδροµής της κίνησης, µετατρέποντας την κινητική ενέργεια της ανάρτησης σε θερµική, η οποία µπορεί να µεταφερθεί στο περιβάλλον µέσω υδραυλικού υγρού.

Το αυτοκίνητο δεν κινείται, πάντοτε, σε απόλυτα οµαλό έδαφος. Λακκούβες και σαµαράκια βρίσκονται σπαρµένα, ακόµα και στους πλέον καλούς δρόµους. Ένας τροχός ανυψώνεται, όταν χτυπάει ένα εµπόδιο, και το ελατήριο της ανάρτησης συµπιέζεται «παραλαµβάνοντας» ενέργεια. Όταν ξεπεραστεί το εµπόδιο, απελευθερώνεται η αποθηκευµένη ενέργεια και το ελατήριο ξεκινά µία παλµική ταλάντωση που φθίνει, σιγά-σιγά. Όταν αποσβεστεί αυτή η ταλάντωση, ο τροχός θα επανέλθει σε κανονική επαφή µε τον δρόµο.

Το αµορτισέρ είναι το εξάρτηµα που απορροφά αυτή την ενέργεια και ελαττώνει τον αριθµό των κραδασµών/δονήσεων, µέχρι ο τροχός να επιστρέψει σε ισορροπία.

Ένα καλό αµορτισέρ πρέπει να:

  1. περιορίζει τις ταλαντώσεις του τροχού,
  2. αποτρέπει τον σχηματισμό κάθετων ταλαντώσεων του αμαξώματος,
  3. εξασφαλίζει την καλή επαφή ανάμεσα στους τροχούς και το οδόστρωμα,
  4. περιορίζει τη φθορά των ελαστικών και των μερών του αμαξώματος,
  5. εξασφαλίζει καλό κράτημα,
  6. περιορίζει το κοσκίνισμα του τιμονιού.


Τα αµορτισέρ, ή αλλιώς αποσβεστήρες (ταλαντώσεων / κραδασµών) ή χαληνωτήρια ή µπουκάλες ή κόντρα σούστες, συµβάλλουν στην άνεση, τη σταθερότητα και την ασφάλεια κατά την οδήγηση.

Οι τύποι των αµορτισέρ

Τα πρώτα αυτοκίνητα δεν διέθεταν αμορτισέρ. Η απόσβεση γινόταν από την τριβή, που, έτσι και αλλιώς, υπήρχε ανάμεσα στα σουστόφυλλα. Τα πρώτα αμορτισέρ εμφανίζονται στις αρχές του 1900, είναι ξηράς τριβής και πλέον δεν χρησιμοποιούνται σε αυτοκίνητα. Η κατασκευή αυτών των αμορτισέρ είναι απλή και φθηνή. Η απόσβεση επιτυγχάνεται με την τριβή ανάμεσα σε δίσκους, που πιέζονται μεταξύ τους, με ρυθμιζόμενα ελατήρια. Οι μισοί δίσκοι συνδέονται με το αμάξωμα και οι άλλοι μισοί με την ανάρτηση. Τα αμορτισέρ αυτά έχουν δυνατότητα ρύθμισης και αποσβένουν τόσο κατά τη συμπίεση όσο και κατά την εκτόνωση. Ωστόσο, η ποιότητα και η αξιοπιστία τους υστερούν.

Αμορτισέρ έμμεσης ενέργειας

Τα πρώτα υδραυλικά αμορτισέρ ήταν έμμεσης ενέργειας. Το αμορτισέρ έμμεσης ενέργειας βιδώνεται στο πλαίσιο και ενεργεί στην ανάρτηση μέσω μοχλού και συνδέσμου. Καθώς ο μοχλός του κινείται πάνω-κάτω, μία διάταξη διπλού εμβόλου ωθεί το λάδι μέσω μίας βαλβίδας. Αυτά αντικατέστησαν τα αμορτισέρ ξηράς τριβής, αλλά με τη σειρά τους αντικαταστάθηκαν από τα τηλεσκοπικά.


Τα συµβατικά τηλεσκοπικά αµορτισέρ είναι ο πιο συνηθισµένος τύπος που µπορεί να βρεθεί, τόσο στα εµπρός, όσο και στα πίσω συστήµατα ανάρτησης. Τα πλεονεκτήµατα των τηλεσκοπικών αµορτισέρ έναντι των περιστροφικών, έµµεσης ενέργειας, είναι πολλά:

  1. Μία µεγάλη ποσότητα ενέργειας διαχέεται λόγω ενός µεγάλου όγκου υγρού, που µετατοπίζεται χωρίς να προκαλεί αύξηση της θερµοκρασίας.
  2. Δεν υπάρχει ανάπτυξη φθοράς στον αποσβεστήρα, µε την απουσία περιστρεφόµενων εξαρτηµάτων.
  3. Η εφαρµοζόµενη δύναµη αυξάνεται, σε σύγκριση µε τον τύπο έµµεσης δράσης. Η χαµηλή πίεση υγρού επαρκεί, λόγω της αρκετά µεγάλης επιφάνειας του εµβόλου.
  4. Η διαρροή είναι πολύ µικρότερη, λόγω της χαµηλότερης πίεσης και της απουσίας του περιστρεφόµενου άξονα που εισέρχεται στη δεξαµενή.
  5. Το κόστος είναι µικρότερο.
  6. Δεν απαιτείται συµπλήρωση λαδιού κατά τη συντήρηση.

Έτσι, κυριάρχησαν πλήρως και από τις αρχές της δεκαετίας του ΄70 δεν συναντάµε, πλέον, αµορτισέρ έµµεσης ενέργειας σε αυτοκίνητα.

Τηλεσκοπικό αµορτισέρ δύο σωλήνων

Το τηλεσκοπικό αμορτισέρ δύο σωλήνων και απλής ενέργειας είναι ο απλούστερος τύπος που χρησιμοποιείται, σήμερα. Διαθέτει δύο κοίλους σωλήνες: α) ο εσωτερικός σωλήνας περιέχει το κινούμενο έμβολο, τη βαλβίδα συμπίεσης μαζί με άλλα εξαρτήματα συναρμολόγησης και είναι γεμάτος με λάδι, β) ο εξωτερικός σωλήνας (κέλυφος) περιέχει τον εσωτερικό σωλήνα και μεταξύ των δύο σχηματίζεται ένας χώρος που λειτουργεί ως αποθήκη λαδιού.


Εσωτερικός και εξωτερικός σωλήνας συνδέονται σταθερά και επικοινωνούν µέσω διόδων και βαλβίδων. Στον εσωτερικό σωλήνα παλινδροµεί ένα έµβολο, που χωρίζει, έτσι, τον σωλήνα σε δύο µέρη. Ο εσωτερικός σωλήνας και µέρος του εξωτερικού καταλαµβάνονται από λάδι.

Ανάλυση τηλεσκοπικού αμορτισέρ

Στο άκρο των σωλήνων υπάρχει βάση που στερεώνεται είτε στο σασί, είτε στην ανάρτηση. Το άλλο άκρο του αμορτισέρ διαθέτει και αυτό μία βάση, στην κατάληξη της ράβδου, που κινεί το έμβολο. Η κίνηση του εμβόλου προς τα κάτω αντιστοιχεί σε συσπείρωση του αμορτισέρ, δηλαδή συσπείρωση και του ελατηρίου, που επέρχεται από κίνηση του τροχού προς τα επάνω. Κατά την κίνηση αυτή, περνά λάδι από τον κάτω χώρο στον επάνω στον εσωτερικό σωλήνα μέσα από μία ανεπίστροφη βαλβίδα. Ταυτόχρονα, όταν το έμβολο κινείται προς τα κάτω, εισέρχεται στον εσωτερικό σωλήνα και μέρος της ράβδου, εκτοπίζοντας λάδι. Επειδή τα υγρά είναι ασυμπίεστα, το λάδι πρέπει να βρει διέξοδο, που δεν είναι άλλη από τον χώρο μεταξύ των δύο σωλήνων. Ο χώρος αυτός λειτουργεί σαν ρεζερβουάρ.

Κατά την επαναφορά του τροχού και του ελατηρίου στη φυσιολογική τους θέση, το έμβολο κινείται προς τα επάνω. Λάδι από το ρεζερβουάρ, τον χώρο μεταξύ των δύο σωλήνων, επανέρχεται για να συμπληρώσει το κενό που αφήνει η ράβδος του εμβόλου, ενώ, ταυτόχρονα, λάδι περνά από τον άνω χώρο στον κάτω μέσα από μία οπή με καλιμπραρισμένη διάμετρο, στην οποία αναπτύσσονται οι δυνάμεις τριβής που πραγματοποιούν την απόσβεση. Από την κίνηση αυτή, το λάδι θερμαίνεται και η θερμότητα μεταφέρεται στο περιβάλλον. Με αυτό τον τρόπο, προβάλλει αντίσταση στην κίνηση του τροχού κατά την επαναφορά, μόνο, και μετατρέπει την ταλάντωση σε φθίνουσα. Στα αμορτισέρ διπλού σωλήνα υπάρχουν, γενικά, πολλές δυνατότητες ρυθμίσεων και προσαρμογής τους στις διάφορες απαιτήσεις.

Αµορτισέρ διπλής ενέργειας

Τα αμορτισέρ λειτουργούν σε δύο κύκλους – διαδρομές: τον κύκλο συμπίεσης και τον κύκλο εκτόνωσης. Ο κύκλος συμπίεσης συμβαίνει καθώς το έμβολο κινείται προς τα κάτω, συμπιέζοντας το υδραυλικό υγρό στον θάλαμο κάτω από το έμβολο. Ο κύκλος εκτόνωσης συμβαίνει καθώς το έμβολο κινείται προς την κορυφή του σωλήνα πίεσης, συμπιέζοντας το ρευστό στον θάλαμο πάνω από το έμβολο. Το τηλεσκοπικό αµορτισέρ διπλής ενέργειας διαφέρει από τον προηγούµενο τύπο ως προς το ότι προβάλλει αντίσταση στην κίνηση τόσο κατά τη συσπείρωση, όσο και κατά την επαναφορά.

Ένα τυπικό αυτοκίνητο θα έχει μεγαλύτερη αντίσταση κατά τη διάρκεια του κύκλου εκτόνωσής του από τον κύκλο συμπίεσης. Έχοντας αυτό κατά νου, ο κύκλος συμπίεσης ελέγχει την κίνηση του μη αναρτημένου βάρους του οχήματος, ενώ η εκτόνωση ελέγχει το βαρύτερο, το αναρτημένο βάρος. Ανάλογα με τον κατασκευαστή, συναντάμε πολλές και διαφορετικές διατάξεις, όσον αφορά τις βαλβίδες και τις καλιμπραρισμένες οπές από τις οποίες διέρχεται το λάδι. Και τα τμήματα μάρκετινγκ των εταιρειών δίνουν διάφορα ονόματα ανάλογα με τη διάταξη που χρησιμοποιούν.

Υπάρχει η δυνατότητα να παρεμβαίνουμε εξωτερικά και να αλλάζουμε τον αριθμό των οπών από τις οποίες περνά το λάδι. Αυτά τα αμορτισέρ ονομάζονται ρυθμιζόμενα. Χρησιμοποιούνται στον μηχανοκίνητο αθλητισμό, όπου ο μηχανικός μπορεί να ρυθμίσει το πόσο σκληρό θα είναι ένα αμορτισέρ, ανάλογα με τον δρόμο που θα κινηθεί το αυτοκίνητο. Αυτό, συνήθως, γίνεται από έναν βαθμονομημένο τροχίσκο, που είναι εύκολα προσβάσιμος.

Υπάρχουν και ηλεκτρονικά ελεγχόμενα αμορτισέρ, οπότε η ρύθμιση αυτή γίνεται ηλεκτρικά από τη μονάδα ελέγχου. Για τη ρύθμιση αυτή, η μονάδα χρησιμοποιεί σήματα από τα πεντάλ του γκαζιού, του φρένου, του τιμονιού και της πλευρικής επιτάχυνσης.

Τηλεσκοπικό αµορτισέρ µονού σωλήνα αερίου υψηλής πίεσης (DeCarbon)

Το τηλεσκοπικό αμορτισέρ αερίου υψηλής πίεσης ή τύπου DeCarbon, από το όνομα της εταιρείας που το λανσάρισε, κατασκευάζεται από έναν σωλήνα, στο εσωτερικό του οποίου υπάρχουν δύο έμβολα. Μέσα στον έναν μοναδικό σωλήνα υπάρχει, πέρα από το λάδι, αδρανές αέριο άζωτο υψηλής πίεσης. Αυτό διαχωρίζεται από το λάδι με τη βοήθεια ενός δευτερεύοντος πλευστού εμβόλου. Το έμβολο και η ράβδος εργασίας είναι παρόμοια με τη σχεδίαση του αμορτισέρ διπλού σωλήνα. Κατά τη λειτουργία, το πλευστό έμβολο κινείται πάνω-κάτω, καθώς η ράβδος του εμβόλου κινείται μέσα και έξω από το αμορτισέρ, διατηρώντας, συνεχώς, τον σωλήνα πίεσης γεμάτο.

Ανάλυση

Τα δύο έμβολα σχηματίζουν τρεις χώρους. Στους δύο επάνω χώρους υπάρχει λάδι και στον κάτω, αέριο άζωτο υπό πίεση. Το κάτω έμβολο χωρίζει στεγανά λάδι και άζωτο και κινείται ελεύθερα. Εάν αυξηθεί η πίεση στο λάδι, κινείται προς τα κάτω, αυξάνοντας την πίεση του αζώτου. Το επάνω έμβολο λειτουργεί όπως και στα αμορτισέρ λαδιού, με τη διαφορά ότι το επιπλέον λάδι δεν φεύγει προς το ρεζερβουάρ, αλλά συμπιέζει προς τα κάτω το κάτω ελατήριο. Επίσης, σε κατάσταση ηρεμίας, το άζωτο που βρίσκεται υπό πίεση, ασκεί πίεση στο λάδι, με αποτέλεσμα να κινείται το έμβολο και η αντίστοιχη ράβδος προς τα επάνω και το λάδι να καταλαμβάνει τον χώρο που αυτή αφήνει.

Τα αμορτισέρ αυτού του τύπου λειτουργούν και σαν ελατήρια, χάρη στο άζωτο υπό πίεση. Η ασκούμενη πίεση στο λάδι έχει, επίσης, ως αποτέλεσμα να περιορίζεται ο αφρισμός του λαδιού, σε περίπτωση έντονης λειτουργίας του αμορτισέρ.


Τα αµορτισέρ αυτά είναι ευαίσθητα σε χτυπήµατα, αφού η παραµικρή παραµόρφωση της επιφάνειάς τους έχει επιπτώσεις στη στεγανότητα των εµβόλων.

Μία διαφορά που μπορεί να παρατηρηθεί είναι ότι το αμορτισέρ μονού σωλήνα δεν διαθέτει βαλβίδα βάσης. Αντ’ αυτού, όλη η απόσβεση πραγματοποιείται από τη βαλβίδα που βρίσκεται στο έμβολο.

Στα πλεονεκτήµατα του αµορτισέρ αερίου µονού σωλήνα περιλαµβάνονται τα εξής:

  1. Μπορεί να τοποθετηθεί ανάποδα, µειώνοντας το µη αναρτηµένο βάρος.       
  2. Ψύχεται καλύτερα, αφού ο σωλήνας εργασίας εκτίθεται
  3. στον αέρα.
  4. Η διάµετρος του εξωτερικού σωλήνα µπορεί να χρησιµοποιηθεί ως θάλαµος εργασίας και, έτσι, διατίθεται µεγαλύτερος όγκος λαδιού για απόσβεση.
  5. Ο µεγαλύτερος όγκος λαδιού που διατίθεται σε οποιαδήποτε διαδροµή, λόγω των ρυθµίσεων µεταξύ όγκου αερίου και λαδιού, παρέχει καλύτερη δυνατότητα απόσβεσης.
  6. Εξασφαλίζει καλύτερη ψύξη για το λάδι.
  7. Έχει σχεδιαστεί για να µειώνει τον αφρισµό του λαδιού.
Συγκριτικός πίνακας αμορτισέρ μονού – διπλού σωλήνα

Αµορτισέρ δύο σωλήνων και χαµηλής πίεσης αερίου

Η κύρια λειτουργία του αερίου είναι η ελαχιστοποίηση του αφρισμού του υδραυλικού υγρού. Η πίεση του αέριου αζώτου συμπιέζει τις φυσαλίδες αέρα στο υδραυλικό υγρό, αποτρέποντας την ανάμιξη και δημιουργία αφρού από το λάδι και τον αέρα. Ο αφρός επηρεάζει την απόδοση, επειδή μπορεί να συμπιεστεί – το υγρό δεν μπορεί. Με τον αφρισμό μειωμένο, το αμορτισέρ μπορεί να αντιδρά ταχύτερα και πιο προβλέψιμα, επιτρέποντας γρηγορότερο χρόνο απόκρισης και βοηθώντας να διατηρηθεί το ελαστικό σταθερά στην επιφάνεια του δρόμου.

Τα αμορτισέρ δύο σωλήνων χαμηλής πίεσης αερίου λειτουργούν όπως και τα συμβατικά διπλού σωλήνα, με τη διαφορά ότι πάνω από τον χώρο όπου αποθηκεύεται το λάδι, στον χώρο μεταξύ των δύο σωλήνων, υπάρχει αέριο υπό πίεση της τάξης των 4bar.


Σε σχέση µε τα συµβατικά, αυτός ο τύπος αµορτισέρ εµφανίζει τα παρακάτω πλεονεκτήµατα:

  1. Βελτιώνει το κράτηµα, µειώνοντας την κλίση του αµαξώµατος στις στροφές ή τη βύθιση κατά το φρενάρισµα.
  2. Μειώνει τον αφρισµό, προσφέροντας µεγαλύτερη περιοχή ελέγχου σε µία ευρύτερη ποικιλία οδικών συνθηκών, συγκρινόµενο µε τα συµβατικά αµορτισέρ χωρίς αέριο.
  3. Μειώνεται η πιθανότητα απώλειας της ικανότητας απόσβεσης, καθώς θερµαίνεται κατά τη χρήση.

PSD και ASD

Με τη χρήση αερίου, οι μηχανικοί κατάφεραν να βελτιώσουν την ισορροπία μεταξύ άνεσης και κρατήματος, που υπάρχουν στα παραδοσιακά αμορτισέρ, τα οποία είναι ευαίσθητα στην ταχύτητα.

PSD

Η PSD (Position Sensitive Damping) είναι μία νέα τεχνολογία, που λαμβάνει υπόψη τη θέση της βαλβίδας μέσα στον σωλήνα πίεσης. Το κλειδί αυτής της καινοτομίας είναι οι αυλακώσεις ακριβείας στον σωλήνα πίεσης. Κάθε εφαρμογή ρυθμίζεται ξεχωριστά, προσαρμόζοντας το μήκος, το βάθος και την κωνικότητα αυτών των αυλακώσεων για να εξασφαλιστεί η βέλτιστη άνεση οδήγησης και ο πρόσθετος έλεγχος. Αυτό, στην ουσία, δημιουργεί δύο ζώνες εντός του σωλήνα πίεσης. Η πρώτη ζώνη, η ζώνη άνεσης, είναι εκείνη στην οποία πραγματοποιείται η κανονική οδήγηση. Η δεύτερη ζώνη, η ζώνη ελέγχου, χρησιμοποιείται σε απαιτητικές καταστάσεις οδήγησης.

ASD

Μία ακόμη τεχνολογία που προσφέρει συμβιβασμό άνεσης άνεσης / κρατήματος, με μεγαλύτερο έλεγχο για το κράτημα και βελτιωμένη άνεση κατά την οδήγηση, είναι η ASD (Acceleration Sensitive Damping).

Αυτή η τεχνολογία κινείται πέρα από την παραδοσιακή απόσβεση που είναι ευαίσθητη στην ταχύτητα, εστιάζοντας στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων. Αυτό επιτυγχάνεται με τη χρήση ενός νέου σχεδιασμού της βαλβίδας συμπίεσης. Αυτή η βαλβίδα συμπίεσης είναι ένα μηχανικό σύστημα κλειστού βρόχου, το οποίο ανοίγει μία παράκαμψη στη ροή υγρού γύρω από τη βαλβίδα συμπίεσης.

Μαγνητοροϊκά αµορτισέρ

Σε αυτά χρησιμοποιούνται ειδικά υγρά με την ιδιότητα να μεταβάλλουν τη ρευστότητά τους, ανάλογα με την ένταση του μαγνητικού πεδίου μέσα στο οποίο βρίσκονται. Το υδραυλικό λάδι αντικαθίσταται από μαγνητοροϊκό υγρό (MR: Magnetoreological fluid), που έχει την ιδιότητα να μεταβάλλει το ιξώδες του όταν βρεθεί σε μαγνητικό πεδίο, ανάλογα με την έντασή του. Έτσι, μεταβάλλει τη ρευστότητά του, όταν περνά ρεύμα από ένα ηλεκτρικό πηνίο.

Το μαγνητοροϊκό υγρό περιέχει μεταλλικά μικροσφαιρίδια μεγέθους της τάξεως του μικρού, τα οποία, ανάλογα με τη μεταβολή του ηλεκτρομαγνητικού πεδίου, αλλάζουν θέση, διαφοροποιώντας και τη ροή του υγρού. Η ένταση του ρεύματος που διαρρέει το πηνίο προσαρμόζει την ένταση του μαγνητικού πεδίου, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η διάταξη που παίρνουν τα μικροσωματίδια. Αυτό επηρεάζει και τη ρευστότητα του υγρού, εμποδίζοντας ή διευκολύνοντας τη ροή του μέσα από τις βαλβίδες.

Τα πλεονεκτήματα των μαγνητοροϊκών αμορτισέρ είναι ότι αποτελούν πολύ απλούς μηχανισμούς, χωρίς βαλβίδες, οπές και ελατήρια. Το μόνο που χρειάζεται είναι κάποιος αυλός που να περνάει κοντά από έναν ηλεκτρομαγνήτη. Η αυξομείωση της έντασης του μαγνητικού πεδίου κάνει το αμορτισέρ να λειτουργεί σαν μαλακό ή σκληρό.

Αµορτισέρ µε διπλό υδραυλικό στοπ

Τοποθετήθηκε για πρώτη φορά στο Citroen C5 Aircross και αποτελεί μία ημι-ενεργή λύση. Το χαρακτηριστικό του είναι ένα διπλό υδραυλικό σύστημα τερματισμού. Η συνολική διαδρομή των αμορτισέρ μπορεί να χωριστεί σε τρία διαφοροποιημένα τμήματα, κατά τα οποία το αμορτισέρ λειτουργεί με διαφορετικά χαρακτηριστικά.

Το πρώτο τμήμα αντιστοιχεί στη θέση γύρω από το κέντρο της διαδρομής. Σε αυτή την περιοχή λειτουργίας η συμβατική βαλβίδα στο έμβολο και η βαλβίδα βάσης παρέχουν τις δυνάμεις απόσβεσης. Το δεύτερο και το τρίτο τμήμα αντιστοιχούν στις θέσεις κοντά στο τέλος της επαναφοράς και της διαδρομής της συμπίεσης, ενώ τα υδραυλικά στοπ συμπίεσης και επαναφοράς είναι υπεύθυνα για την παροχή πρόσθετης ενέργειας απόσβεσης. Αυτή η διαίρεση επιτρέπει στις κύριες βαλβίδες του αμορτισέρ να επικεντρωθούν στην άνεση και στα υδραυλικά στοπ να αναλάβουν την ευθύνη, όταν συναντώνται πιο απαιτητικές καταστάσεις.


Προκειµένου να επιτευχθεί αυτό αποτελεσµατικά, τα στοπ, τόσο της επαναφοράς, όσο και της συµπίεσης, πρέπει να είναι σε θέση να παρέχουν επαρκή απορρόφηση ενέργειας και να έχουν µία πολύ ευέλικτη απόκριση.

Aρχή λειτουργίας υδραυλικού στοπ

Η αρχή λειτουργίας για το στοπ επαναφοράς βασίζεται σε ενισχυμένο πλαστικό τμήμα. Το πλαστικό τοποθετείται στον εσωτερικό σωλήνα του αμορτισέρ, μέσω μίας παραμόρφωσης που ορίζει την περιοχή εργασίας του υδραυλικού στοπ επαναφοράς. Όταν η ροδέλα επαναφοράς έρχεται σε επαφή με αυτό το τμήμα, δημιουργείται ένας νέος θάλαμος λαδιού, που σημαίνει ότι το λάδι μπορεί να βγει από τον θάλαμο μόνο μέσω του ανοίγματος του τμήματος. Αυτή η ελεγχόμενη ροή παράγει μία υδραυλική δύναμη η οποία μπορεί να προσαρμοστεί με τη ρύθμιση του ανοίγματος του τμήματος. Επιπλέον, η περιοχή λειτουργίας αυτού του υδραυλικού στοπ μπορεί να ρυθμιστεί με αλλαγή του μήκους του εσωτερικού σωλήνα παραμόρφωσης.

Για το υδραυλικό στοπ συμπίεσης χρησιμοποιείται παρόμοια αρχή. Ένας νέος θάλαμος λαδιού δημιουργείται από την αλληλεπίδραση ενός πολυμερούς στοιχείου τοποθετημένου στο έμβολο του αμορτισέρ και μίας μεταλλικής πρέσας πίεσης τοποθετημένης στο συγκρότημα της βαλβίδας βάσης. Το τμήμα του πολυμερούς είναι κατασκευασμένο με κάποιες υποδοχές για το πέρασμα του λαδιού, το οποίο θα επιτρέψει τον συντονισμό των προσπαθειών που παρέχει το σύστημα. Προκειμένου να επιτευχθεί η επιθυμητή μέγιστη προσπάθεια, μία προ-συμπιεσμένη πρόσθετη βαλβίδα τοποθετείται στον μηχανισμό της βαλβίδας βάσης.

Αµορτισέρ τύπου γονάτου

Το γόνατο είναι ένας κοινός τύπος συναρμολογημένου αμορτισέρ που χρησιμοποιείται σε πολλά από τα σημερινά αυτοκίνητα με ανεξάρτητη ανάρτηση. Αυτοί οι τύποι αμορτισέρ είναι, συνήθως, κατασκευασμένοι για να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερα φορτία και δυνάμεις. Κάνουν την ίδια δουλειά με τα κανονικά αμορτισέρ, αλλά, αντικαθιστούν μέρος του συστήματος ανάρτησης. Οι δομικοί τύποι αμορτισέρ εμφανίζονται, συνήθως, στο εμπρός και πίσω μέρος των μικρών και μεσαίων αυτοκινήτων, αλλά, τώρα, τείνουν να τοποθετούνται και σε μεγαλύτερα αυτοκίνητα.

Το γόνατο είναι ένα σημαντικό δομικό μέρος μίας ανάρτησης. Παίρνει τη θέση του άνω ψαλιδιού και του άνω σφαιρικού συνδέσμου (μπαλάκι), που χρησιμοποιούνται σε συμβατικές αναρτήσεις. Λόγω του σχεδιασμού του, ένα γόνατο είναι ελαφρύτερο και καταλαμβάνει λιγότερο χώρο από τα συμβατικά συστήματα ανάρτησης.

  • Τα γόνατα εκτελούν δύο κύριες εργασίες: 

Πρώτον, εκτελούν µία λειτουργία απόσβεσης όπως τα αµορτισέρ. Εσωτερικά, ένα γόνατο είναι παρόµοιο µε αµορτισέρ. Ένα έµβολο είναι προσαρτηµένο στο άκρο της ράβδου του εµβόλου. Το έμβολο λειτουργεί µέσα σε υδραυλικό υγρό για τον έλεγχο της κίνησης του ελατηρίου και της ανάρτησης. Ακριβώς όπως τα αµορτισέρ, η ροή του λαδιού µέσα από τις οπές που υπάρχουν στη βαλβίδα δηµιουργεί αντίσταση στις δυνάµεις που δηµιουργούνται από την κίνηση πάνω και κάτω της ανάρτησης. Επίσης, όπως τα αµορτισέρ, ένα γόνατο είναι ευαίσθητο, συνήθως, στην ταχύτητα. Αυτό σηµαίνει ότι η βαλβίδα έχει σχεδιαστεί έτσι, ώστε η ποσότητα της αντίστασης να µπορεί να αυξηθεί ή να µειωθεί, ανάλογα µε το πόσο γρήγορα κινείται η ανάρτηση.

Το γόνατο εκτελεί, επίσης, µία δεύτερη λειτουργία. Σε αντίθεση µε τα απλά αµορτισέρ, τα γόνατα παρέχουν δοµική στήριξη για την ανάρτηση του οχήµατος, στηρίζουν το ελατήριο και συγκρατούν το ελαστικό στη θέση του. Επιπλέον, παίρνουν µεγάλο µέρος του πλευρικού φορτίου που φέρει η ανάρτηση του οχήµατος. Ως αποτέλεσµα, τα γόνατα επηρεάζουν την άνεση και την αίσθηση της οδήγησης, καθώς και τον έλεγχο του οχήµατος, το φρενάρισµα, την κατευθυντικότητα, την ευθυγράµµιση των τροχών και τη φθορά στην υπόλοιπη ανάρτηση.

Νίκος ΒασιλάκηΣ   

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ:
Ευφυής ανάρτηση στη νέα BMW iX3
Τοποθετείτε, πάντα, νέα αμορτισέρ σε ζεύγη

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
Εγγραφείτε στο newsletter

Για να λαμβάνετε τα τελευταία νέα, ενημερώσεις και ειδικές προσφορές απευθείας στο email σας.